Μια και ζούμε σε μία κοινωνία στην οποία η ενημέρωση παίζει σημαντικό ρόλο θα πρέπει να μάθουμε να «φιλτράρουμε» την γνώση και την πληροφορία την οποία λαμβάνουμε. Για το θέμα της ομοφυλοφιλίας υπάρχει πραγματικά ένα μπαράζ παραπληροφόρησης το οποίο προσπαθεί όχι να κάνει επιστήμη αλλά ιδεολογική κατήχηση. Γι’ αυτό το λόγο παραθέτουμε δύο άρθρα από περιοδικό ομοφυλοφίλων (10percent.gr), τα οποία με εντιμότητα και θάρρος ομολογούν πως η ομοφυλοφιλία βασίζεται σε ένα σύνολο παραγόντων και δεν είναι καθαρά θέμα γενετικής όπως διαφημίζεται από τα ΜΜΕ.
Πηγή: Περιοδικό «10%» τεύχος 20
http://www.10percent.gr/old/issues/200710/a05.html
http://www.10percent.gr/old/issues/200710/a06.html
«Η ομοφυλοφιλία υπάρχει από τη στιγμή της σύλληψης του εμβρύου». Αυτή τη γενετική θεωρία προωθούν ενεργά πολλοί γκέι ακτιβιστές και ΜΜΕ. Είναι τελικά η ομοφυλοφιλία μια έμφυτη παραλλαγή της ανθρώπινης σεξουαλικότητας;
Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η ομοφυλοφιλία έχει μόνο «γενετική» βάση. Και καμία έρευνα δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Μόνο τα ΜΜΕ και κάποιοι ερευνητές προβαίνουν σε τέτοιους ισχυρισμούς όταν θέλουν να κάνουν ντόρο στο ευρύ κοινό.
Τον Ιούλιο του 1993, το υψηλού κύρος ερευνητικό περιοδικό Science δημοσίευσε μια μελέτη στην οποία ισχυρίζεται ότι η ομοφυλοφιλία μπορεί να οφείλεται σε ένα γονίδιο. Η έρευνα φαινόταν να κοντεύει να αποδείξει ότι η ομοφυλοφιλία είναι εγγενής, γενετική και άρα μια μη αναστρέψιμη, φυσιολογική παραλλαγή της ανθρώπινης σεξουαλικότητας.
Πολύ σύντομα η είδηση διατυμπανίστηκε από τα ΜΜΕ. Το Newsweek δημοσίευσε στο εξώφυλλό του «Γκέι Γονίδιο;» ενώ η Wall Street Journal ανακοίνωσε «Η έρευνα δείχνει ότι μάλλον υπάρχει γκέι γονίδιο…». Φυσικά, στα ρεπορτάζ προστέθηκαν τα απαραίτητα «μάλλον» και «μπορεί» αλλά μόνο ένας ειδικός γνωρίζει τι σημαίνουν αυτές επεξηγηματικές εκφράσεις. Η συντριπτική πλειοψηφία των αναγνωστών πίστεψαν ότι είχε πλέον αποδειχθεί ότι οι γκέι «γεννιούνται έτσι».
Τι ακριβώς ισχύει;
Οι επιστήμονες που έκαναν την παραπάνω μελέτη έκαναν έναν συνηθισμένο τύπο έρευνας στη γενετική της συμπεριφοράς, ο οποίος ονομάζεται «μελέτη συσχετισμού». Σε αυτόν οι ερευνητές εντοπίζουν μια χαρακτηριστική συμπεριφορά που εμφανίζεται σε μια οικογένεια (π.χ. ομοφυλοφιλία, παχυσαρκία, διαβήτης) και στη συνέχεια:
ψάχνουν να βρουν μια παραλλαγή στο γενετικό υλικό της οικογένειας (μετάλλαξη), και
εξακριβώνουν εάν τα μέλη της οικογένειας που εμφανίζουν τη συγκεκριμένη συμπεριφορά έχουν αυτή τη γονιδιακή παραλλαγή.
Για τον απλό άνθρωπο, ο «συσχετισμός» ενός γονιδίου (δηλ. του DNA) με μια συμπεριφορά σημαίνει ότι η εν λόγω συμπεριφορά «καθορίζεται γενετικά», δηλαδή είναι κληρονομική και όχι επίκτητη.
Στην πράξη, όμως, δεν σημαίνει καθόλου αυτό. Πρέπει να τονιστεί ότι δεν υπάρχει σχεδόν κανένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό χωρίς αναρίθμητους παρόμοιους συσχετισμούς.
Δύο αμερικανοί ακτιβιστές πρόσφατα δημοσίευσαν μελέτες που δείχνουν ότι εάν ένας από τους δύο ομοζυγωτικούς διδύμους είναι γκέι τότε σε ποσοστό 50% θα είναι γκέι και ο άλλος. Με βάση αυτό ισχυρίζονται ότι «η ομοφυλοφιλία είναι γενετική». Δύο άλλοι όμως ερευνητές – ο ένας διευθυντής ενός από τα μεγαλύτερα τμήματα γενετικής των ΗΠΑ, ο άλλος στο Χάρβαρντ – σχολιάζουν: «Ενώ οι συγγραφείς ερμήνευσαν τα πορίσματά τους ως απόδειξη ότι η ομοφυλοφιλία εξηγείται γενετικά, πιστεύουμε ότι αντιθέτως τα πορίσματά τους αποδεικνύουν περισσότερο την επιρροή του περιβάλλοντος».[1]
Tο Science αναφέρει σε ένα άρθρο του ότι οι επιστήμονες δείχνουν νέο επιστημονικό ενδιαφέρον στη σημασία που παίζει το περιβάλλον: «τα γονίδια και το περιβάλλον αλληλεπιδρούν πολύ πιο περίπλοκα απ’ ό,τι παρουσιάζουν τα ΜΜΕ λέγοντας ότι υπάρχουν "γονίδια βίας" ή "γονίδια ευφυΐας". Τα ίδια στοιχεία που δείχνουν την επίδραση των γονιδίων στη συμπεριφορά δείχνουν επίσης την τεράστια επίδραση που έχουν άλλοι, μη γενετικοί παράγοντες».[2]
Οι ερευνητές μιλάνε διαφορετικά στα ΜΜΕ απ’ ό,τι στους συναδέλφους τους. Στα ΜΜΕ κάνουν πιο βαρύγδουπες δηλώσεις, ενώ όταν μιλάνε στην επιστημονική κοινότητα είναι πολύ πιο προσεκτικοί.
Ο ερευνητής του «γκέι γονιδίου» Dean Hamer ρωτήθηκε από το Scientific American εάν η ομοφυλοφιλία οφείλεται αποκλειστικά στη βιολογία. Η απάντησή του: «Ξεκάθαρα όχι. Από τις μελέτες σε διδύμους γνωρίζουμε ήδη ότι οι μισές ή και περισσότερες από τις παραλλαγές στον σεξουαλικό προσανατολισμό δεν είναι κληρονομικές. Οι μελέτες μας προσπαθούν να εντοπίσουν τους γενετικούς παράγοντες… όχι να καταρρίψουν τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες».[3]
Όταν μιλάνε στα ΜΜΕ, όμως, οι ερευνητές χρησιμοποιούν γλώσσα που είναι βέβαιο ότι ο απλός άνθρωπος δεν θα καταλάβει, εξασφαλίζοντας ότι τα «μπορεί» και τα «ενδεχομένως» θα περάσουν στα ψιλά γράμματα. Παράδειγμα:
«... το ερώτημα του κατάλληλου επιπέδου σπουδαιότητας που αρμόζει σε ένα μη-Μεντελιανό χαρακτηριστικό όπως ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι προβληματικό».[4]
Βγάζετε νόημα ή το περνάτε στο ντούκου; Και όμως είναι μια άκρως σημαντική δήλωση. Σε απλά λόγια σημαίνει: Δεν είναι δυνατό να ξέρουμε τι σημαίνουν αυτά τα πορίσματα – αν σημαίνουν κάτι – αφού ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι αδύνατο να κληρονομείται με τον ίδιο άμεσο τρόπο όπως το χρώμα των ματιών.
Με άλλα λόγια, στους συναδέλφους τους επιστήμονες, οι ερευνητές με ειλικρίνεια αναγνωρίζουν τους περιορισμούς των ερευνών τους. Τα ΜΜΕ όμως δεν ακούν το ίδιο μήνυμα. Ο λόγος; Τα ΜΜΕ συχνά παρουσιάζουν μισές αλήθειες γιατί η επιστημονική πραγματικότητα είναι πολύ βαρετή και πολύπλοκη για μαζική κατανάλωση. Εξάλλου, συχνά ούτε οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι δεν την καταλαβαίνουν.
Δύο πράγματα πρέπει να καταλάβει κανείς για να αποφύγει τις διαστρεβλώσεις των ερευνών για τα γενετικά αίτια της ομοφυλοφιλίας:
1. κληρονομήσιμο δεν σημαίνει κληρονομικό.
2. η γενετική έρευνα που είναι πραγματικά σοβαρή εντοπίζει και εστιάζεται σε χαρακτηριστικά που είναι άμεσα κληρονομικά.
Κληρονομικό χαρακτηριστικό σημαίνει ότι είναι «άμεσα καθορισμένο από τα γονίδια» και δεν μπορεί να επηρεαστεί από το περιβάλλον. Τέτοια είναι σωματικά χαρακτηριστικά όπως το σχήμα των νυχιών ή το χρώμα των ματιών. Αντιθέτως, ελάχιστα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του ανθρώπου είναι άμεσα κληρονομικά.
Η πλειοψηφία των έγκριτων επιστημόνων τώρα πιστεύουν ότι η ομοφυλοφιλία οφείλεται σε ένα συνδυασμό ψυχολογικών, κοινωνικών και βιολογικών παραγόντων.
«Πολλοί επιστήμονες έχουν την άποψη ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός παγιώνεται στους περισσότερους ανθρώπους σε μικρή ηλικία μέσα από περίπλοκες αλληλεπιδράσεις βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων».[5]
«Σε αυτό το σημείο, η πιο διαδεδομένη άποψη [για τα αίτια της ομοφυλοφιλίας] είναι ότι πολλαπλοί παράγοντες παίζουν ρόλο.»[6]
Simon LeVay, ερευνητής του «γκέι εγκεφάλου»
«Κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων γενετικής και περιβάλλοντος. Θα ήταν παράλογο να μην ισχύει το ίδιο και για την ομοφυλοφιλία».[7]
Dennis McFadden, νευροεπιστήμονας στο University of Texas
«Δεν ξέρω κανέναν στον τομέα μας που να ισχυρίζεται ότι η ομοφυλοφιλία μπορεί να εξηγηθεί χωρίς αναφορά στους περιβαλλοντικούς παράγοντες».[8]
Steven Goldberg, κοινωνιολόγος
Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι η ομοφυλοφιλία είναι απλώς «γενετική» και καμία έρευνα δεν το ισχυρίζεται. Μόνο τα ΜΜΕ και ορισμένοι ερευνητές το λένε, όταν πουλάνε μούρη στο ευρύ κοινό.
Ο Simon LeVay, ο ερευνητής που είναι κεντρική μορφή όλης αυτής της ιστορίας και ο οποίος είναι γκέι, έγραψε για ένα «ανησυχητικό ζήτημα» που αντιμετωπίζει συχνά: «Άραγε οι θέσεις που υιοθετούν οι ερευνητές είναι μήπως απλή έκφραση της προσωπικής τους στάσης και προκατάληψης – είτε υπέρ είτε κατά της ομοφυλοφιλίας – την οποία μετά ντύνουν με ακαδημαϊκή γλώσσα;»
Το να υιοθετείς μια περιβαλλοντική είτε μια ψυχοδυναμική θεωρία τα τελευταία χρόνια προκαλεί κατηγορίες για ομοφοβία ή αντιομοφυλοφιλική στάση, επισημαίνει. Αντιθέτως, οι βιολογικές θεωρίες θεωρούνται «υπέρ των γκέι». Όμως και αυτός ο πολιτικός διαχωρισμός δεν είναι τόσο ξεκάθαρος: κάποιοι ανησυχούν ότι «το γκέι γονίδιο» αν και συχνά θεωρείται όπλο στην πολιτική φαρέτρα υπέρ των γκέι θα μπορούσε να γίνει εργαλείο των συντηρητικών που θέλουν μέσω της ευγονικής να ξεριζώσουν από τον πληθυσμό την ανεπιθύμητη ομοφυλοφιλία. Η συζήτηση συνεχίζεται.
Για μια πιο λεπτομερή ανάλυση των ερευνών και της παραπληροφόρησης, διαβάστε το άρθρο του Richard Horton, αρχισυντάκτη της βρετανικής ιατρικής επιθεώρησης, The Lancet: Is Homosexuality Inherited?
[1] Billings, P. and Beckwith, J. Technology Review, July, 1993. p. 60.
[2] Mann, C. Genes and behavior. Science 264:1687 (1994) pp. 1686-1689.
[3] "New Evidence of a 'Gay Gene'," by Anastasia Toufexis, Time, November 13, 1995, vol. 146, Issue 20, p. 95.
[4] Hamer, D. H., et al. Response to Risch, N., et al., "Male Sexual Orientation and Genetic Evidence," Science 262 (1993), pp. 2063-65.
[5] The American Psychological Association's pamphlet, "Answers to Your Questions About Sexual Orientation and Homosexuality."
[6] LeVay, Simon (1996). Queer Science, MIT Press.
[7] "Scientists Challenge Notion that Homosexuality's a Matter of Choice," The Charlotte Observer, August 9, 1998.
[8] Goldberg, Steven (1994). When Wish Replaces Thought: Why So Much of What You Believe is False. Buffalo, New York: Prometheus Books.
***
του Λεωνίδα Δαδίκου
Πολύς ντόρος γίνεται για τις έρευνες που «αποδεικνύουν» ότι η ομοφυλοφιλία είναι κληρονομική.
Μπορεί και να είναι. Όπως και η κλίση στο μπάσκετ.
Ας υποθέσουμε ότι έχετε κάποιο λόγο να αποδείξετε για πολιτική σκοπιμότητα ότι υπάρχει ένα γονίδιο του μπάσκετ που κάνει κάποιους να γίνουν μπασκετμπολίστες όταν μεγαλώσουν. Θα χρησιμοποιούσατε τις ίδιες μεθόδους που χρησιμοποιούνται και για την έρευνα της ομοφυλοφιλίας: α) μελέτες διδύμων, β) ανατομές εγκεφάλων και γ) μελέτες «συσχετισμού» γονιδίων.
Η βασική ιδέα στις μελέτες διδύμων είναι να αποδειχθεί ότι όσο πιο γενετικά όμοιοι είναι δύο άνθρωποι, τόσο πιθανότερο είναι να έχουν κοινό το χαρακτηριστικό που μελετάτε.
Τι κάνετε; Πρώτον εντοπίζετε ζευγάρια διδύμων στα οποία τουλάχιστον ο ένας είναι μπασκετμπολίστας. Κατά πάσα πιθανότητα θα βρείτε ότι εάν ο ένας δίδυμος είναι μπασκετμπολίστας, είναι στατιστικά πιθανότερο να είναι και ο αδερφός του. Θα χρειαστεί να φτιάξετε ομάδες διαφορετικών ζευγαριών διδύμων για να κάνετε και άλλες συγκρίσεις – ζευγάρια με ομοζυγωτικούς διδύμους, ζευγάρια με διζυγωτικούς διδύμους, θετά αδέρφια κ.ο.κ.
Μετά χρησιμοποιείτε τον βαθμό «σύμπτωσης» (το ποσοστό των ζευγαριών στα οποία και οι δύο δίδυμοι είναι μπασκετμπολίστες ή δεν είναι) για να υπολογίσετε τον βαθμό «κληρονομικότητας». Ο βαθμός σύμπτωσης θα είναι αρκετά υψηλός – όπως είναι ο βαθμός σύμπτωσης για την ομοφυλοφιλία. Ύστερα τηλεφωνείτε στον δημοσιογράφο του «Goal» και του λέτε: «Η έρευνά μας δείχνει ότι το μπάσκετ είναι σε μεγάλο βαθμό κληρονομικό». (Και θα έχετε δίκιο. Είναι "κληρονομήσιμο" αλλά όχι άμεσα κληρονομικό. Ελάχιστοι αναγνώστες θα καταλάβουν τη διαφορά.)
Την επομένη θα δημοσιευτεί ένα άρθρο που θα λέει: «Νέες έρευνες δείχνουν ότι η κλίση στο μπάσκετ είναι κληρονομική. Οι μπασκετμπολίστες γεννιούνται έτσι! Ανεξάρτητοι επιστήμονες εξέτασαν την έρευνα και τη βρήκαν ουσιαστικά ακριβή και ενδελεχή». Έλα όμως που κανείς (εκτός από σοβαρούς επιστήμονες) δεν προσέχει τον εσφαλμένο τρόπο που παρουσιάζεται στην εφημερίδα.
Στη συνέχεια κάνετε λίγες ερευνίτσες στον εγκέφαλο. Όπως με τη γνωστή έρευνα του LeVay που μελέτησε τμήματα του υποθαλάμου, οι συνάδελφοί σας θα διενεργήσουν αυτοψίες στα μυαλά πεθαμένων οι οποίοι ήταν μπασκετμπολίστες. Μετά θα κάνετε αυτοψίες σε νεκρούς μη μπασκετμπολίστες και στη συνέχεια θα ανακοινώσετε ότι «κατά μέσο όρο, ορισμένα τμήματα του εγκεφάλου που ανέκαθεν πιστεύαμε ότι έχουν σχέση με το μπάσκετ είναι πολύ μεγαλύτερα στους μπασκετμπολίστες». Ο Τύπος το πληροφορείται και γράφει: «Προφανέστατα το μπάσκετ δεν είναι επιλογή. Όχι μόνο το μπάσκετ είναι κληρονομικό στις οικογένειες, αλλά ο εγκέφαλος των μπασκετμπολιστών διαφέρει από αυτόν των άλλων ανθρώπων».
Εσείς ως επιστήμων άνθρωπος ξέρετε βέβαια ότι ο εγκέφαλος αλλάζει με τη χρήση και μάλιστα σε δραματικό βαθμό. Τα τμήματα που ευθύνονται για κάποια δραστηριότητα αυξάνουν σε μέγεθος με τον καιρό. Φυσικά, υπάρχουν συγκεκριμένα τμήματα που ενεργοποιούνται με το μπάσκετ.
Τώρα βέβαια, εσείς ως επιστήμων δεν θα πείτε ψέματα εάν σας ρωτήσουν (αλλά δεν θα σας ρωτήσουν) αλλά ούτε και θα μπείτε στον κόπο να πείτε όλη την αλήθεια. Γιατί αν την πείτε, πάπαλα η δημοσιότητα για τις έρευνές σας, πάπαλα τα κονδύλια για το εργαστήριό σας.
Για την τελευταία φάση, βρίσκετε μερικές οικογένειες μπασκετμπολιστών και τις συγκρίνετε με οικογένειες που δεν έχουν μπασκετμπολίστες. Έχετε το προαίσθημα ότι από τα αναρίθμητα γονίδια που σχετίζονται με το μπάσκετ (λόγου χάρη, αυτά για το ύψος, την αθλητική σωματική διάπλαση και τα γρήγορα αντανακλαστικά) κάποια θα εντοπίζονται στο χρωματόσωμα Χ. Δεν θα δηλώσετε ότι αυτά τα γονίδια προκαλούν την κλίση στο μπάσκετ, διότι ένας τέτοιος ισχυρισμός θα είναι επιστημονικά αστήριχτος, αλλά ο κόσμος θα πιστέψει ότι το «προκαλείται» και το «σχετίζεται» είναι συνώνυμα.
Μετά πολλά, θα βρείτε αυτό που ψάχνετε: στις οικογένειες των μπασκετμπολιστών, μια ομάδα γονιδίων είναι πιο συχνή.
Λέτε τα πορίσματά σας στον φίλο δημοσιογράφο που έχετε και σύντομα βγαίνει ένα άρθρο που λέει: «Οι ερευνητές είναι κοντά στο να εντοπίσουν το γονίδιο του μπάσκετ!» Διάφοροι σχολιαστές αρχίζουν να γράφουν για τις τεράστιες επιπτώσεις που θα έχει μια τέτοια ανακάλυψη στην κοινωνία.
Πού είναι το λάθος σε αυτό το σενάριο; Είναι απλό: φυσικά η κλίση στο μπάσκετ σχετίζεται με κάποια γονίδια· φυσικά είναι κληρονομήσιμη. Όμως είναι τα σωματικά χαρακτηριστικά (φυσιολογίας: αντοχή μυών, ταχύτητα, ευκινησία, ταχύτητα αντανακλαστικών, ύψος κτλ) που κληρονομούνται, όχι η ίδια η «κλίση». Αν έχεις κληρονομήσει αυτά τα χαρακτηριστικά είναι πιθανότερο να μπορείς και να θέλεις να παίξεις μπάσκετ.
Το ίδιο, άλλωστε μπορεί να συμβαίνει και για την ομοφυλοφιλία: τα κληρονομικά χαρακτηριστικά που είναι πιο κοινά στους άντρες ομοφυλόφιλους μπορεί να συμπεριλαμβάνουν μεγαλύτερη από τον μέσο όρο τάση για άγχος, ντροπαλότητα, ευαισθησία, ευφυΐα και αισθητική. Αυτά όμως είναι σκέτες εικασίες. Μέχρι στιγμής, οι ερευνητές δεν έχουν προσπαθήσει να εντοπίσουν αυτούς τους παράγοντες με επιστημονικά κριτήρια.
Το ρεζουμέ; Η ομοφυλοφιλία κατά πάσα πιθανότητα οφείλεται σε ένα τουρλού παραγόντων, ένας από τους οποίους είναι και τα γονίδια. Κι όταν διαβάζετε επιστημονικές έρευνες, τα «μπορεί» και τα «ενδέχεται» δεν είναι διακοσμητικά.
Πηγή: Περιοδικό «10%» τεύχος 20
http://www.10percent.gr/old/issues/200710/a05.html
http://www.10percent.gr/old/issues/200710/a06.html
1. Γκέι γονίδια ή κακοί επιστήμονες;
του Πέρη Αποστολάκη
Πόσο επιστημονικές είναι οι έρευνες που λένε ότι η ομοφυλοφιλία οφείλεται στη βιολογία μας; Από το εργαστήρι του ερευνητή μέχρι τη σελίδα της εφημερίδας υπάρχει τεράστια απόσταση.«Η ομοφυλοφιλία υπάρχει από τη στιγμή της σύλληψης του εμβρύου». Αυτή τη γενετική θεωρία προωθούν ενεργά πολλοί γκέι ακτιβιστές και ΜΜΕ. Είναι τελικά η ομοφυλοφιλία μια έμφυτη παραλλαγή της ανθρώπινης σεξουαλικότητας;
Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η ομοφυλοφιλία έχει μόνο «γενετική» βάση. Και καμία έρευνα δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Μόνο τα ΜΜΕ και κάποιοι ερευνητές προβαίνουν σε τέτοιους ισχυρισμούς όταν θέλουν να κάνουν ντόρο στο ευρύ κοινό.
Πώς παραπλανήθηκε ο κόσμος
Τον Ιούλιο του 1993, το υψηλού κύρος ερευνητικό περιοδικό Science δημοσίευσε μια μελέτη στην οποία ισχυρίζεται ότι η ομοφυλοφιλία μπορεί να οφείλεται σε ένα γονίδιο. Η έρευνα φαινόταν να κοντεύει να αποδείξει ότι η ομοφυλοφιλία είναι εγγενής, γενετική και άρα μια μη αναστρέψιμη, φυσιολογική παραλλαγή της ανθρώπινης σεξουαλικότητας.
Πολύ σύντομα η είδηση διατυμπανίστηκε από τα ΜΜΕ. Το Newsweek δημοσίευσε στο εξώφυλλό του «Γκέι Γονίδιο;» ενώ η Wall Street Journal ανακοίνωσε «Η έρευνα δείχνει ότι μάλλον υπάρχει γκέι γονίδιο…». Φυσικά, στα ρεπορτάζ προστέθηκαν τα απαραίτητα «μάλλον» και «μπορεί» αλλά μόνο ένας ειδικός γνωρίζει τι σημαίνουν αυτές επεξηγηματικές εκφράσεις. Η συντριπτική πλειοψηφία των αναγνωστών πίστεψαν ότι είχε πλέον αποδειχθεί ότι οι γκέι «γεννιούνται έτσι».
Τι ακριβώς ισχύει;
Μελέτες συσχετισμού γονιδίων
Οι επιστήμονες που έκαναν την παραπάνω μελέτη έκαναν έναν συνηθισμένο τύπο έρευνας στη γενετική της συμπεριφοράς, ο οποίος ονομάζεται «μελέτη συσχετισμού». Σε αυτόν οι ερευνητές εντοπίζουν μια χαρακτηριστική συμπεριφορά που εμφανίζεται σε μια οικογένεια (π.χ. ομοφυλοφιλία, παχυσαρκία, διαβήτης) και στη συνέχεια:
ψάχνουν να βρουν μια παραλλαγή στο γενετικό υλικό της οικογένειας (μετάλλαξη), και
εξακριβώνουν εάν τα μέλη της οικογένειας που εμφανίζουν τη συγκεκριμένη συμπεριφορά έχουν αυτή τη γονιδιακή παραλλαγή.
Για τον απλό άνθρωπο, ο «συσχετισμός» ενός γονιδίου (δηλ. του DNA) με μια συμπεριφορά σημαίνει ότι η εν λόγω συμπεριφορά «καθορίζεται γενετικά», δηλαδή είναι κληρονομική και όχι επίκτητη.
Στην πράξη, όμως, δεν σημαίνει καθόλου αυτό. Πρέπει να τονιστεί ότι δεν υπάρχει σχεδόν κανένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό χωρίς αναρίθμητους παρόμοιους συσχετισμούς.
Μελέτες σε δίδυμους ομοφυλόφιλους
Δύο αμερικανοί ακτιβιστές πρόσφατα δημοσίευσαν μελέτες που δείχνουν ότι εάν ένας από τους δύο ομοζυγωτικούς διδύμους είναι γκέι τότε σε ποσοστό 50% θα είναι γκέι και ο άλλος. Με βάση αυτό ισχυρίζονται ότι «η ομοφυλοφιλία είναι γενετική». Δύο άλλοι όμως ερευνητές – ο ένας διευθυντής ενός από τα μεγαλύτερα τμήματα γενετικής των ΗΠΑ, ο άλλος στο Χάρβαρντ – σχολιάζουν: «Ενώ οι συγγραφείς ερμήνευσαν τα πορίσματά τους ως απόδειξη ότι η ομοφυλοφιλία εξηγείται γενετικά, πιστεύουμε ότι αντιθέτως τα πορίσματά τους αποδεικνύουν περισσότερο την επιρροή του περιβάλλοντος».[1]
Tο Science αναφέρει σε ένα άρθρο του ότι οι επιστήμονες δείχνουν νέο επιστημονικό ενδιαφέρον στη σημασία που παίζει το περιβάλλον: «τα γονίδια και το περιβάλλον αλληλεπιδρούν πολύ πιο περίπλοκα απ’ ό,τι παρουσιάζουν τα ΜΜΕ λέγοντας ότι υπάρχουν "γονίδια βίας" ή "γονίδια ευφυΐας". Τα ίδια στοιχεία που δείχνουν την επίδραση των γονιδίων στη συμπεριφορά δείχνουν επίσης την τεράστια επίδραση που έχουν άλλοι, μη γενετικοί παράγοντες».[2]
Άλλα στα ΜΜΕ άλλα στους συναδέλφους
Οι ερευνητές μιλάνε διαφορετικά στα ΜΜΕ απ’ ό,τι στους συναδέλφους τους. Στα ΜΜΕ κάνουν πιο βαρύγδουπες δηλώσεις, ενώ όταν μιλάνε στην επιστημονική κοινότητα είναι πολύ πιο προσεκτικοί.
Ο ερευνητής του «γκέι γονιδίου» Dean Hamer ρωτήθηκε από το Scientific American εάν η ομοφυλοφιλία οφείλεται αποκλειστικά στη βιολογία. Η απάντησή του: «Ξεκάθαρα όχι. Από τις μελέτες σε διδύμους γνωρίζουμε ήδη ότι οι μισές ή και περισσότερες από τις παραλλαγές στον σεξουαλικό προσανατολισμό δεν είναι κληρονομικές. Οι μελέτες μας προσπαθούν να εντοπίσουν τους γενετικούς παράγοντες… όχι να καταρρίψουν τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες».[3]
Όταν μιλάνε στα ΜΜΕ, όμως, οι ερευνητές χρησιμοποιούν γλώσσα που είναι βέβαιο ότι ο απλός άνθρωπος δεν θα καταλάβει, εξασφαλίζοντας ότι τα «μπορεί» και τα «ενδεχομένως» θα περάσουν στα ψιλά γράμματα. Παράδειγμα:
«... το ερώτημα του κατάλληλου επιπέδου σπουδαιότητας που αρμόζει σε ένα μη-Μεντελιανό χαρακτηριστικό όπως ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι προβληματικό».[4]
Βγάζετε νόημα ή το περνάτε στο ντούκου; Και όμως είναι μια άκρως σημαντική δήλωση. Σε απλά λόγια σημαίνει: Δεν είναι δυνατό να ξέρουμε τι σημαίνουν αυτά τα πορίσματα – αν σημαίνουν κάτι – αφού ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι αδύνατο να κληρονομείται με τον ίδιο άμεσο τρόπο όπως το χρώμα των ματιών.
Με άλλα λόγια, στους συναδέλφους τους επιστήμονες, οι ερευνητές με ειλικρίνεια αναγνωρίζουν τους περιορισμούς των ερευνών τους. Τα ΜΜΕ όμως δεν ακούν το ίδιο μήνυμα. Ο λόγος; Τα ΜΜΕ συχνά παρουσιάζουν μισές αλήθειες γιατί η επιστημονική πραγματικότητα είναι πολύ βαρετή και πολύπλοκη για μαζική κατανάλωση. Εξάλλου, συχνά ούτε οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι δεν την καταλαβαίνουν.
Βασικός μπούσουλας για τη θεωρία της γενετικής
Δύο πράγματα πρέπει να καταλάβει κανείς για να αποφύγει τις διαστρεβλώσεις των ερευνών για τα γενετικά αίτια της ομοφυλοφιλίας:
1. κληρονομήσιμο δεν σημαίνει κληρονομικό.
2. η γενετική έρευνα που είναι πραγματικά σοβαρή εντοπίζει και εστιάζεται σε χαρακτηριστικά που είναι άμεσα κληρονομικά.
Κληρονομικό χαρακτηριστικό σημαίνει ότι είναι «άμεσα καθορισμένο από τα γονίδια» και δεν μπορεί να επηρεαστεί από το περιβάλλον. Τέτοια είναι σωματικά χαρακτηριστικά όπως το σχήμα των νυχιών ή το χρώμα των ματιών. Αντιθέτως, ελάχιστα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του ανθρώπου είναι άμεσα κληρονομικά.
Η πλειοψηφία των έγκριτων επιστημόνων τώρα πιστεύουν ότι η ομοφυλοφιλία οφείλεται σε ένα συνδυασμό ψυχολογικών, κοινωνικών και βιολογικών παραγόντων.
«Πολλοί επιστήμονες έχουν την άποψη ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός παγιώνεται στους περισσότερους ανθρώπους σε μικρή ηλικία μέσα από περίπλοκες αλληλεπιδράσεις βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων».[5]
Αμερικανικός Ψυχολογικός Σύλλογος
«Σε αυτό το σημείο, η πιο διαδεδομένη άποψη [για τα αίτια της ομοφυλοφιλίας] είναι ότι πολλαπλοί παράγοντες παίζουν ρόλο.»[6]
Simon LeVay, ερευνητής του «γκέι εγκεφάλου»
«Κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων γενετικής και περιβάλλοντος. Θα ήταν παράλογο να μην ισχύει το ίδιο και για την ομοφυλοφιλία».[7]
Dennis McFadden, νευροεπιστήμονας στο University of Texas
«Δεν ξέρω κανέναν στον τομέα μας που να ισχυρίζεται ότι η ομοφυλοφιλία μπορεί να εξηγηθεί χωρίς αναφορά στους περιβαλλοντικούς παράγοντες».[8]
Steven Goldberg, κοινωνιολόγος
Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι η ομοφυλοφιλία είναι απλώς «γενετική» και καμία έρευνα δεν το ισχυρίζεται. Μόνο τα ΜΜΕ και ορισμένοι ερευνητές το λένε, όταν πουλάνε μούρη στο ευρύ κοινό.
Όταν η επιστημονική έρευνα κρύβει άλλες σκοπιμότητες
Ο Simon LeVay, ο ερευνητής που είναι κεντρική μορφή όλης αυτής της ιστορίας και ο οποίος είναι γκέι, έγραψε για ένα «ανησυχητικό ζήτημα» που αντιμετωπίζει συχνά: «Άραγε οι θέσεις που υιοθετούν οι ερευνητές είναι μήπως απλή έκφραση της προσωπικής τους στάσης και προκατάληψης – είτε υπέρ είτε κατά της ομοφυλοφιλίας – την οποία μετά ντύνουν με ακαδημαϊκή γλώσσα;»
Το να υιοθετείς μια περιβαλλοντική είτε μια ψυχοδυναμική θεωρία τα τελευταία χρόνια προκαλεί κατηγορίες για ομοφοβία ή αντιομοφυλοφιλική στάση, επισημαίνει. Αντιθέτως, οι βιολογικές θεωρίες θεωρούνται «υπέρ των γκέι». Όμως και αυτός ο πολιτικός διαχωρισμός δεν είναι τόσο ξεκάθαρος: κάποιοι ανησυχούν ότι «το γκέι γονίδιο» αν και συχνά θεωρείται όπλο στην πολιτική φαρέτρα υπέρ των γκέι θα μπορούσε να γίνει εργαλείο των συντηρητικών που θέλουν μέσω της ευγονικής να ξεριζώσουν από τον πληθυσμό την ανεπιθύμητη ομοφυλοφιλία. Η συζήτηση συνεχίζεται.
Για μια πιο λεπτομερή ανάλυση των ερευνών και της παραπληροφόρησης, διαβάστε το άρθρο του Richard Horton, αρχισυντάκτη της βρετανικής ιατρικής επιθεώρησης, The Lancet: Is Homosexuality Inherited?
[1] Billings, P. and Beckwith, J. Technology Review, July, 1993. p. 60.
[2] Mann, C. Genes and behavior. Science 264:1687 (1994) pp. 1686-1689.
[3] "New Evidence of a 'Gay Gene'," by Anastasia Toufexis, Time, November 13, 1995, vol. 146, Issue 20, p. 95.
[4] Hamer, D. H., et al. Response to Risch, N., et al., "Male Sexual Orientation and Genetic Evidence," Science 262 (1993), pp. 2063-65.
[5] The American Psychological Association's pamphlet, "Answers to Your Questions About Sexual Orientation and Homosexuality."
[6] LeVay, Simon (1996). Queer Science, MIT Press.
[7] "Scientists Challenge Notion that Homosexuality's a Matter of Choice," The Charlotte Observer, August 9, 1998.
[8] Goldberg, Steven (1994). When Wish Replaces Thought: Why So Much of What You Believe is False. Buffalo, New York: Prometheus Books.
***
2. Είναι το μπάσκετ κληρονομικό;
του Λεωνίδα Δαδίκου
Πολύς ντόρος γίνεται για τις έρευνες που «αποδεικνύουν» ότι η ομοφυλοφιλία είναι κληρονομική.
Μπορεί και να είναι. Όπως και η κλίση στο μπάσκετ.
Πώς να «αποδείξετε» ότι η κλίση στο μπάσκετ είναι κληρονομική
Ας υποθέσουμε ότι έχετε κάποιο λόγο να αποδείξετε για πολιτική σκοπιμότητα ότι υπάρχει ένα γονίδιο του μπάσκετ που κάνει κάποιους να γίνουν μπασκετμπολίστες όταν μεγαλώσουν. Θα χρησιμοποιούσατε τις ίδιες μεθόδους που χρησιμοποιούνται και για την έρευνα της ομοφυλοφιλίας: α) μελέτες διδύμων, β) ανατομές εγκεφάλων και γ) μελέτες «συσχετισμού» γονιδίων.
Η βασική ιδέα στις μελέτες διδύμων είναι να αποδειχθεί ότι όσο πιο γενετικά όμοιοι είναι δύο άνθρωποι, τόσο πιθανότερο είναι να έχουν κοινό το χαρακτηριστικό που μελετάτε.
Τι κάνετε; Πρώτον εντοπίζετε ζευγάρια διδύμων στα οποία τουλάχιστον ο ένας είναι μπασκετμπολίστας. Κατά πάσα πιθανότητα θα βρείτε ότι εάν ο ένας δίδυμος είναι μπασκετμπολίστας, είναι στατιστικά πιθανότερο να είναι και ο αδερφός του. Θα χρειαστεί να φτιάξετε ομάδες διαφορετικών ζευγαριών διδύμων για να κάνετε και άλλες συγκρίσεις – ζευγάρια με ομοζυγωτικούς διδύμους, ζευγάρια με διζυγωτικούς διδύμους, θετά αδέρφια κ.ο.κ.
Μετά χρησιμοποιείτε τον βαθμό «σύμπτωσης» (το ποσοστό των ζευγαριών στα οποία και οι δύο δίδυμοι είναι μπασκετμπολίστες ή δεν είναι) για να υπολογίσετε τον βαθμό «κληρονομικότητας». Ο βαθμός σύμπτωσης θα είναι αρκετά υψηλός – όπως είναι ο βαθμός σύμπτωσης για την ομοφυλοφιλία. Ύστερα τηλεφωνείτε στον δημοσιογράφο του «Goal» και του λέτε: «Η έρευνά μας δείχνει ότι το μπάσκετ είναι σε μεγάλο βαθμό κληρονομικό». (Και θα έχετε δίκιο. Είναι "κληρονομήσιμο" αλλά όχι άμεσα κληρονομικό. Ελάχιστοι αναγνώστες θα καταλάβουν τη διαφορά.)
Την επομένη θα δημοσιευτεί ένα άρθρο που θα λέει: «Νέες έρευνες δείχνουν ότι η κλίση στο μπάσκετ είναι κληρονομική. Οι μπασκετμπολίστες γεννιούνται έτσι! Ανεξάρτητοι επιστήμονες εξέτασαν την έρευνα και τη βρήκαν ουσιαστικά ακριβή και ενδελεχή». Έλα όμως που κανείς (εκτός από σοβαρούς επιστήμονες) δεν προσέχει τον εσφαλμένο τρόπο που παρουσιάζεται στην εφημερίδα.
Ο εγκέφαλος αλλάζει με τη χρήση
Στη συνέχεια κάνετε λίγες ερευνίτσες στον εγκέφαλο. Όπως με τη γνωστή έρευνα του LeVay που μελέτησε τμήματα του υποθαλάμου, οι συνάδελφοί σας θα διενεργήσουν αυτοψίες στα μυαλά πεθαμένων οι οποίοι ήταν μπασκετμπολίστες. Μετά θα κάνετε αυτοψίες σε νεκρούς μη μπασκετμπολίστες και στη συνέχεια θα ανακοινώσετε ότι «κατά μέσο όρο, ορισμένα τμήματα του εγκεφάλου που ανέκαθεν πιστεύαμε ότι έχουν σχέση με το μπάσκετ είναι πολύ μεγαλύτερα στους μπασκετμπολίστες». Ο Τύπος το πληροφορείται και γράφει: «Προφανέστατα το μπάσκετ δεν είναι επιλογή. Όχι μόνο το μπάσκετ είναι κληρονομικό στις οικογένειες, αλλά ο εγκέφαλος των μπασκετμπολιστών διαφέρει από αυτόν των άλλων ανθρώπων».
Εσείς ως επιστήμων άνθρωπος ξέρετε βέβαια ότι ο εγκέφαλος αλλάζει με τη χρήση και μάλιστα σε δραματικό βαθμό. Τα τμήματα που ευθύνονται για κάποια δραστηριότητα αυξάνουν σε μέγεθος με τον καιρό. Φυσικά, υπάρχουν συγκεκριμένα τμήματα που ενεργοποιούνται με το μπάσκετ.
Τώρα βέβαια, εσείς ως επιστήμων δεν θα πείτε ψέματα εάν σας ρωτήσουν (αλλά δεν θα σας ρωτήσουν) αλλά ούτε και θα μπείτε στον κόπο να πείτε όλη την αλήθεια. Γιατί αν την πείτε, πάπαλα η δημοσιότητα για τις έρευνές σας, πάπαλα τα κονδύλια για το εργαστήριό σας.
Μελέτες «συσχετισμού» γονιδίων: «Σχετίζεται» δεν σημαίνει «Οφείλεται»
Για την τελευταία φάση, βρίσκετε μερικές οικογένειες μπασκετμπολιστών και τις συγκρίνετε με οικογένειες που δεν έχουν μπασκετμπολίστες. Έχετε το προαίσθημα ότι από τα αναρίθμητα γονίδια που σχετίζονται με το μπάσκετ (λόγου χάρη, αυτά για το ύψος, την αθλητική σωματική διάπλαση και τα γρήγορα αντανακλαστικά) κάποια θα εντοπίζονται στο χρωματόσωμα Χ. Δεν θα δηλώσετε ότι αυτά τα γονίδια προκαλούν την κλίση στο μπάσκετ, διότι ένας τέτοιος ισχυρισμός θα είναι επιστημονικά αστήριχτος, αλλά ο κόσμος θα πιστέψει ότι το «προκαλείται» και το «σχετίζεται» είναι συνώνυμα.
Μετά πολλά, θα βρείτε αυτό που ψάχνετε: στις οικογένειες των μπασκετμπολιστών, μια ομάδα γονιδίων είναι πιο συχνή.
Να ’ναι καλά τα ΜΜΕ
Λέτε τα πορίσματά σας στον φίλο δημοσιογράφο που έχετε και σύντομα βγαίνει ένα άρθρο που λέει: «Οι ερευνητές είναι κοντά στο να εντοπίσουν το γονίδιο του μπάσκετ!» Διάφοροι σχολιαστές αρχίζουν να γράφουν για τις τεράστιες επιπτώσεις που θα έχει μια τέτοια ανακάλυψη στην κοινωνία.
Πού είναι το λάθος σε αυτό το σενάριο; Είναι απλό: φυσικά η κλίση στο μπάσκετ σχετίζεται με κάποια γονίδια· φυσικά είναι κληρονομήσιμη. Όμως είναι τα σωματικά χαρακτηριστικά (φυσιολογίας: αντοχή μυών, ταχύτητα, ευκινησία, ταχύτητα αντανακλαστικών, ύψος κτλ) που κληρονομούνται, όχι η ίδια η «κλίση». Αν έχεις κληρονομήσει αυτά τα χαρακτηριστικά είναι πιθανότερο να μπορείς και να θέλεις να παίξεις μπάσκετ.
Το ίδιο, άλλωστε μπορεί να συμβαίνει και για την ομοφυλοφιλία: τα κληρονομικά χαρακτηριστικά που είναι πιο κοινά στους άντρες ομοφυλόφιλους μπορεί να συμπεριλαμβάνουν μεγαλύτερη από τον μέσο όρο τάση για άγχος, ντροπαλότητα, ευαισθησία, ευφυΐα και αισθητική. Αυτά όμως είναι σκέτες εικασίες. Μέχρι στιγμής, οι ερευνητές δεν έχουν προσπαθήσει να εντοπίσουν αυτούς τους παράγοντες με επιστημονικά κριτήρια.
Το ρεζουμέ; Η ομοφυλοφιλία κατά πάσα πιθανότητα οφείλεται σε ένα τουρλού παραγόντων, ένας από τους οποίους είναι και τα γονίδια. Κι όταν διαβάζετε επιστημονικές έρευνες, τα «μπορεί» και τα «ενδέχεται» δεν είναι διακοσμητικά.