Τα μνημεία που συγκαταλέγονται στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς επιλέγονται και εγκρίνονται βάσει της αξίας τους ως τα καλύτερα παραδείγματα της δημιουργικής ευφυΐας του ανθρώπου. Αποτελούν τεκμήρια μιας σημαντικής ανταλλαγής ανθρώπινων αξιών και παρέχουν μια μοναδική ή τουλάχιστον εξαιρετική μαρτυρία μιας πολιτισμικής παράδοσης ή ενός πολιτισμού που ζει ακόμα ή έχει εξαφανισθεί. Είναι άμεσα συνδεδεμένα με σημαντικά στάδια της ανθρώπινης ιστορίας και για το λόγο αυτό έχουν εξέχουσα οικουμενική αξία και αποτελούν τμήμα της κοινής κληρονομιάς της ανθρωπότητας. Η Ελλάδα έχει συνυπογράψει από το 1981 τη Συνθήκη της UNESCO για την προστασία των μνημείων και χώρων παγκόσμιας κληρονομιάς. Στόχος της UNESCO είναι η προστασία από κάθε είδους φθορά και καταστροφή, προκειμένου αυτά να κληροδοτηθούν στις γενιές του μέλλοντος. Η Ελλάδα έχει εγγράψει 17 (+5 που βρίσκονται στην σημερινή περιοχή της Τουρκίας) μνημεία και τοποθεσίες στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Το μπλόγκ δεν θέλει με κανένα τρόπο να θεωρήσει ότι τα ελληνικά μνημεία που βρίσκονται στην περιοχή της σημερινής Τουρκίας, είναι Τούρκικα. Για το λόγω αυτό αποφάσισε να συνυπολογίσει και αυτά τα μνημεία, ως μνημεία, δωρεά του Ελληνικού τρόπου σκέψης και επιστήμης στην παγκόσμια κληρονομιά και να μην αρκεστεί στα στενά όρια των πρόσκαιρων ''πολιτικών΄΄ συνόρων.
(Χρονολογία ένταξης 1986)
Ο φημισμένος ναός αφιερωμένος στον θεό της ίασης και του ήλιου, χτίσθηκε στα μέσα του 5ου αιώνα στα απόκρημνα βουνά μεταξύ Ηλείας, Αρκαδίας και Μεσσηνίας. Ο ναός, με το παλαιότερο Κορινθιακό κιονόκρανο, που έχει βρεθεί ποτέ, συνδυάζει τον Αρχαϊκό ρυθμό με την ρώμη του Δωρικού, με ορισμένα τολμηρά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά.
2. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ
(Χρονολογία ένταξης 1987)
Απεικονίζοντας τους πολιτισμούς, τους μύθους και τις θρησκείες, οι οποίες άνθισαν στην Ελλάδα για μια περίοδο μεγαλύτερη των χιλίων ετών, η Ακρόπολη περιλαμβάνει τέσσερα από τα σπουδαιότερα αριστουργήματα της κλασσικής Ελληνικής περιόδου, τον Παρθενώνα, τα Προπύλαια, το Ερέχθειο και τον ναό της Αθηνάς Νίκης, τα οποία μπορούν να θεωρηθούν σύμβολα της ιδέας της παγκόσμιας κληρονομιάς.
3. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΔΕΛΦΩΝ
(Χρονολογία ένταξης 1987)
Το Πανελλήνιο Ιερό των Δελφών, όπου δινόταν ο χρησμός του Απόλλωνα, εθεωρείτο ο «ομφαλός της γης». Προσαρμοσμένος αρμονικά στο εξαίσιο τοπίο και εμποτισμένος με ιερή σημασία, ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών ήταν τον 6ο π.Χ. αιώνα θρησκευτικό κέντρο και το σύμβολο ενότητας του αρχαίου κόσμου.
4. ΙΕΡΟ ΤΟΥ ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ
(Χρονολογία ένταξης 1988)
Σε μια μικρή κοιλάδα της Πελοποννήσου ο αρχαιολογικός χώρος της Επιδαύρου εκτείνεται σε διαφορετικά επίπεδα. Η λατρεία του Ασκληπιού ξεκίνησε εκεί για πρώτη φορά τον 6ο π.Χ. αιώνα, αλλά τα κύρια μνημεία, ειδικότερα το Θέατρο το οποίο θεωρείται ως ένα από τα πιο αμιγή αριστουργήματα της Ελληνικής αρχιτεκτονικής χρονολογούνται από τον 4ο αιώνα. Ο ευρύς αρχαιολογικός χώρος συνιστά φόρο τιμής στις ιαματικές λατρείες της Ελληνικής και Ρωμαϊκής περιόδου με ναούς και νοσοκομειακά κτίρια αφιερωμένα στους θεούς τους.
5. ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ – ΑΘΩΣ
(Χρονολογία ένταξης 1988)
Ορθόδοξο πνευματικό κέντρο από το 1054, το Όρος Άθως απολαμβάνει καθεστώς αυτονομίας από την εποχή του Βυζαντίου. Το «Άγιο Όρος», η είσοδος στο οποίο είναι απαγορευμένη σε γυναίκες, έχει επίσης αναγνωρισθεί ως τοπίο καλλιτεχνικής αξίας. Η διαρρύθμιση των μοναστηριών (σύνολο 20, στα οποία κατοικούν περίπου 1400 μοναχούς) έχει επηρεάσει μονές πολύ μακρινές (όπως αυτές της Ρωσίας) και η σχολή αγιογραφίας τους έχει επηρεάσει σημαντικά την ιστορία της ορθόδοξης τέχνης.
6. ΜΕΤΕΩΡΑ
(Χρονολογία ένταξης 1988)
Σε μια δυσπρόσιτη περιοχή των Μετεώρων, στις κορυφές απόκρημνων βράχων, μοναχοί εγκατέστησαν «τους στύλους του ουρανού», όπως τους αποκαλούσαν, τα ιερά μοναστήρια τους από τον 11ο αιώνα ως σήμερα. Την περίοδο αναβίωσης του ερημιτισμού κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες τον 15ο αιώμα μ.Χ., χτίστηκαν 24 μοναστήρια. Οι τοιχογραφίες των μοναστηριών, οι οποίες χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα, αποτελούν σημείο αναφοράς για την ανάπτυξη της Μεταβυζαντινής ζωγραφικής.
7. ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
(Χρονολογία ένταξης 1988)
Ροτόντα, Ναός της Αχειροποιήτου, Ναός Αγίου Δημητρίου, Μονή Λατόμου, Ναός Αγίας Σοφίας, Παναγία των Χαλκέων, Ναός Αγίου Παντελεήμονα, Ναός Αγίων Αποστόλων, Ναός Αγίου Νικολάου Ορφανού, Ναός Αγίας Αικατερίνης, Ναός του Παντοκράτορα Σωτήρα Χριστού, Μονή Βλατάδων, Ναός του Προφήτη Ηλία, Βυζαντινά Λουτρά, Τείχη της Θεσσαλονίκης.
Η Θεσσαλονίκη, η δεύτερη σημαντικότερη πόλη της Ελλάδος, ιδρύθηκε το 315 και αποτέλεσε ένα από τα πρώτα κέντρα εξάπλωσης του Χριστιανισμού. Μεταξύ των χριστιανικών της μνημείων συγκαταλέγονται προχριστιανικοί ναοί και τρίκλιτες βασιλικές εκκλησίες. Χτίσθηκαν από τον 4ο έως τον 15ο αιώνα και συνιστούν μία διαχρονική τυπολογική σειρά, η οποία επηρέασε σημαντικά τον Βυζαντινό κόσμο. Τα μωσαϊκά της Ροτόντας, του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Δαυίδ συγκαταλέγονται μεταξύ των σπουδαιότερων αριστουργημάτων της πρώιμης χριστιανικής τέχνης.
8. ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ
(Χρονολογία ένταξης 1988)
Το Τάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ κατείχε την Ρόδο από το 1309 έως το 1523 και μετέτρεψε την πόλη σε προπύργιο. Μεταγενέστερα, η πόλη εντάχθηκε υπό Ιταλική και Τουρκική κατοχή. Με το Παλάτι των Μεγάλων Αρχόντων, το Νοσοκομείο και τον δρόμο των Ιπποτών, η Άνω Πόλη αποτελεί ένα από τα πιο όμορφα αστικά κέντρα της Γοτθικής περιόδου. Στην Κάτω Πόλη, η Γοτθική αρχιτεκτονική συνυπάρχει αρμονικά με τα τζαμιά, τα δημόσια λουτρά και με άλλα κτίρια της Οθωμανικής περιόδου.
9. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΟΛΥΜΠΙΑΣ
(Χρονολογία ένταξης 1989)
Ο αρχαιολογικός χώρος της Ολυμπίας, σε μια κοιλάδα της Πελοποννήσου, κατοικείται από την προϊστορική περίοδο. Τον 10ο αιώνα π.Χ. η Ολυμπία έγινε το κέντρο λατρείας του Δία. Το μνημείο της Άλτης – το ιερό των θεών – συγκεντρώνει σημαντικά αριστουργήματα του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Εκτός από τους ναούς, υπάρχουν και τα υπολείμματα όλων των αθλητικών εγκαταστάσεων που δημιουργήθηκαν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και οι οποίοι διοργανώνονταν στην Ολυμπία, από το 776 π.Χ., κάθε τέσσερα χρόνια.
10. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΥΣΤΡΑ
(Χρονολογία ένταξης 1989)
Το θαύμα του Μοριά ανεγέρθη ως φρούριο το 1249 από τον Βασιλιά της Αχαΐας Γουλιέλμο τον Βιλλεαρδουίνο. Επανακτήθηκε από τους Βυζαντινούς, αργότερα κατακτήθηκε από τους Τούρκους και τους Βενετούς. Η πόλη εγκαταλείφθηκε το 1832 αφήνοντας συναρπαστικά μεσαιωνικά ερείπια να στέκουν μέσα σε μία εξαιρετικής ομορφιάς τοποθεσία.
11. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΔΗΛΟΥ
(Χρονολογία ένταξης 1990)
Σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία, ο Απόλλωνας γεννήθηκε σε αυτό το μικρό νησί των Κυκλάδων. Τα ιερό του Απόλλωνα προσέλκυε προσκυνητές απ΄ όλη την Ελλάδα και η Δήλος ήταν ένα ακμάζον εμπορικό λιμάνι. Το νησί φέρει επιρροές από τους διαδοχικούς πολιτισμούς του «Αιγιακού» κόσμου, από την 3η χιλιετηρίδα π.Χ. έως την παλαιοχριστιανική εποχή. Ο αρχαιολογικός χώρος είναι εξαιρετικά εκτεταμένος και πλούσιος και αποδίδει την εικόνα ενός σπουδαίου κοσμοπολίτικου μεσογειακού λιμανιού.
12. ΜΟΝΗ ΔΑΦΝΙΟΥ, ΜΟΝΗ ΟΣΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΚΑΙ ΝΕΑ ΜΟΝΗ ΧΙΟΥ
(Χρονολογία ένταξης 1990)
Παρά τη σημαντική γεωγραφική τους απόσταση (το πρώτο στην Αττική, το δεύτερο στην Φωκίδα και το τρίτο στο Αιγαίο) αυτά τα τρία μοναστήρια ανήκουν στην ίδια τυπολογική σειρά. Οι εκκλησίες έχουν κτισθεί με μεγάλο θόλο ο οποίος στηρίζεται με μικρές αψίδες δημιουργώντας έναν οκταγωνικό χώρο. Τον 11ο και 12ο αιώνα οι εκκλησίες είχαν ποικίλο διάκοσμο, πολύχρωμες ορθομαρμαρώσεις, ψηφιδωτά και μωσαϊκά σε χρυσό φόντο, όλα χαρακτηριστικά της «δεύτερης Βυζαντινής Περιόδου».
13. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΗΡΑΙΟΥ ΣΑΜΟΥ
(Χρονολογία ένταξης 1992)
Από την 3 χιλιετηρίδα π.Χ. πολλοί πολιτισμοί έχουν κατοικήσει σε αυτό το μικρό νησί του Αιγαίου κοντά στην Μικρά Ασία. Τα ερείπια του Πυθαγόρειου, ενός αρχαίου οχυρωμένου λιμανιού με ελληνικά και ρωμαϊκά μνημεία και ένα εντυπωσιακό υδραγωγείο, καθώς και το Ηραίο, ο ναός της Ήρας της Σάμου, είναι ακόμα επισκέψιμα.
14. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΑΙΓΩΝ (ΒΕΡΓΙΝΑ)
(Χρονολογία ένταξης 1996)
Η πόλη Αιγαί, η πρώτη πρωτεύουσα του Βασιλείου της αρχαίας Μακεδονίας, ανακαλύφθηκε τον 19 αιώνα κοντά στην Βεργίνα στην Βόρεια Ελλάδα. Τα πιο σημαντικά μνημεία είναι το Παλάτι, διακοσμημένο με μωσαϊκά και τοιχογραφίες και ο χώρος ταφής, μερικά εκ των οποίων χρονολογούνται από τον 11ο αιώνα π.Χ. Ένας από τους βασιλικούς τάφους στην Μεγάλη Τύμβο, αναγνωρίστηκε ως ο τάφος του Φιλίππου του Β’ ο οποίος κατέκτησε όλες τις ελληνικές πόλεις-κράτη, χαράσσοντας τον δρόμο για τον γιο του Αλέξανδρο και την εξάπλωση του Ελληνιστικού κόσμου.
15. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΜΥΚΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΙΡΥΝΘΑΣ
(Χρονολογία ένταξης 1999)
Οι αρχαιολογικοί χώροι των Μυκηνών και της Τίρυνθας αποτελούν τα επιβλητικά μνημεία των δύο μεγαλύτερων πόλεων του Μυκηναϊκού πολιτισμού, ο οποίος κυριάρχησε στην ανατολική Μεσόγειο από τον 15ο έως τον 12ο αιώνα π.Χ. και διαδραμάτισε ζωτικό ρόλο στην ανάπτυξη του κλασσικού ελληνικού πολιτισμού. Αυτές οι δύο πόλεις συνδέονται με τα Ομηρικά έπη, Ιλιάδα και Οδύσσεια, τα οποία επηρέασαν την ευρωπαϊκή τέχνη και λογοτεχνία για περισσότερες από 3 χιλιετίες.
16. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ (ΧΩΡΑ), ΜΕ ΤΗ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΤΜΟ
(Χρονολογία ένταξης 1999)
Πάτμος – Patmos
Η Πάτμος, στα Δωδεκάνησα, φημίζεται ως το νησί όπου ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος έγραψε το Ευαγγέλιο και την Αποκάλυψη. Ένα μοναστήρι αφιερωμένο στον «αγαπημένο μαθητή» ανακαλύφθηκε στο νησί στα τέλη του 10ου αιώνα. Από τότε είναι τόπος προσκυνήματος και σταθμός της ελληνορθόδοξης μάθησης. Το μοναστηριακό συγκρότημα κυριαρχεί στο νησί. Ο παλιός οικισμός της Χώρας, ο οποίος συνδέεται με αυτό, περιλαμβάνει θρησκευτικά και λαϊκά κτίρια.
17. ΠΑΛΑΙΑ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ
(Χρονολογία ένταξης 2007)
18. ΙΕΡΑΠΟΛΗ ΦΡΥΓΙΑΣ (Στην περιοχή της σημερινής Τουρκίας)
Η αρχαία πόλη θεμελιώθηκε και εξαπλώθηκε σε ένα πλάτωμα που σχηματίζεται σε επικλινή λόφο γεωλογικών σχηματισμών. Πρόκειται για συμπαγείς αποθέσεις ιζημάτων από τη ροή των ασβεστολιθικών υδάτων που αναβλύζουν στην περιοχή. Οι λευκές σχηματοποιημένες λίμνες, οι σταλακτίτες και οι καταρράκτες δημιουργούν μια εικόνα ιδιαίτερης ομορφιάς. Σε αυτούς τους «πύργους από βαμβάκι» οφείλει τη σύγχρονη τουρκική ονομασία της, Παμούκαλε.
Οι ιαματικές πηγές θερμών υδάτων ήταν γνωστές για τις θεραπευτικές τους ιδιότητες ήδη από τους Ρωμαϊκούς χρόνους και η εκμετάλλευσή τους ήταν ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες στην ανάπτυξη της Ιεράπολης. Στη σύγχρονη εποχή είναι ένας από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς της Τουρκίας, αλλά η ανεξέλεγκτη μετατροπή του σε θέρετρο είχε αρνητικές επιπτώσεις στο χώρο.
19. Η ΑΡΧΑΙΑ ΞΑΝΘΟΣ (Στην περιοχή της σημερινής Τουρκίας)
20. Ο ΑΡΧΑΙΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΤΗΣ ΤΡΟΙΑΣ (Στην περιοχή της σημερινής Τουρκίας)
Η Τροία ή Ίλιον είναι μυθική πόλη, θέατρο του Τρωικού πολέμου, μέρος του οποίου περιγράφεται στην Ομήρου Ιλιάδα, ένα αρχαιοελληνικό έπος, του 9ου ή 8ου π.Χ. αιώνα, που περιέχει παλαιότερο υλικό (Ιλιάςσημαίνει «έπος του Ιλίου»).
Η Τροία (Τουρκ.: Truva) είναι επίσης το όνομα του αρχαιολογικού χώρου, της παραδοσιακής τοποθεσίας της Ομηρικής Τροίας, στη Μικρά Ασία, κοντά στην ακτή της σημερινής βορειοδυτικής Τουρκίας, νοτιοδυτικά των Δαρδανελίων κάτω από το Όρος Ίδα της Φρυγίας.
Κατά τη βασιλεία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αυγούστου, ιδρύθηκε στην τοποθεσία που πιστευόταν ότι ήταν η θέση του μυθικού Ιλίου, μία νέα πόλη που ονομάστηκε Ilium-Ίλιον. Άκμασε έως την ίδρυση τηςΚωνσταντινούπολης, και παρήκμασε σταδιακά κατά τα βυζαντινά χρόνια. Η ρωμαϊκή πόλη Κέλεια - Celeia (νυν Celje στη Σλοβενία) αναφέρεται από ορισμένους συγγραφείς ως Troia secunda ("δεύτερη Τροία").
Στα 1870 ο Γερμανός αρχαιολόγος Ερρίκος Σλήμαν ανέσκαψε την περιοχή. Μεταγενέστερες ανασκαφές απεκάλυψαν αρκετές πόλεις κτισμένες διαδοχικά η μία πάνω στην άλλη. Μία από τις πλέον πρόσφατες (Τροία VIIa) συχνά ταυτίζεται με την ομηρική Τροία.
21. ΕΦΕΣΟΣ (Στην περιοχή της σημερινής Τουρκίας)
Η αρχαία Έφεσος (ο σημερινός αρχαιολογικός χώρος) κατά την αρχαιότητα ήταν πολύ πλησίον της θάλασσας, λεγόμενη μάλιστα και "θαλασσοθέα", πλην όμως οι συνεχείς προσχώσεις του ποταμού Καΰστρου ανάγκαζε τους κατοίκους κατά μακρά διαστήματα να μετακινούν τους οικισμούς του δυτικότερα. Παρά ταύτα η αρχαία πόλη οικοδομήθηκε στις χαμηλές πλαγιές των λόφων Κορησός και Πρίων οπού στη συνέχεια αυτών εκτεινόταν η εύφορη πεδιάδα της Εφέσου το λεγόμενο Εφέσιο πεδίο. Ο ναός της Εφεσίας Αρτέμιδος βρισκόταν ακριβώς στη πεδιάδα αυτή απέχοντας 1 μίλι (δέκα στάδια) από την πόλη. Η δε γονιμότητα της πεδιάδας της Εφέσου καθώς και η θέση της πόλης της Θαλασσοθέας σε κομβικό σημείο της φυσικής οδού επικοινωνίας της θάλασσας του Αιγαίου με την Μικρασιατική ενδοχώρα συνέβαλαν κατά μέγιστο λόγο στην ακμή της πόλης.
Η Έφεσος οφείλει την ακμή της στο ότι βρισκόταν πάντα σε στενή σχέση με τις χώρες της Ανατολής. Γύρω στον 8ο π.Χ. αιώνα, η Έφεσος έγινε το οικονομικό κέντρο της Μικράς Ασίας. Υπήρχε εκεί η πλούσια οικογένεια του Μέλανος, που οι απόγονοί της παντρεύονταν πριγκίπισσες από τη Λυδία. Η Έφεσος βρισκόταν πάντα σε καλές σχέσεις με τις Σάρδεις γιατί από εκεί εξαρτιόταν το διακομιστικό εμπόριο που της άφηνε τόσα πλούτη. Κατά τον 6ο αιώνα πέρασε κάτω από την κυριαρχία του Κροίσου, διατηρώντας όμως την αυτονομία της. Πέρασε, στη συνέχεια, διαδοχικά από την κυριαρχία του Κύρου και των επόμενων Περσών βασιλιάδων κι έτσι αποτέλεσε τμήμα του περσικού κράτους. Απελευθερώθηκε το 334 π.Χ. από τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οπότε άλλαξε το όνομά της και ονομάστηκε Αρσινόεια, από το όνομα της γυναίκας του Λυσίμαχου. Την εποχή αυτή ξαναβρήκε την παλιά εμπορική της δραστηριότητα. Αργότερα συμπεριλήφθηκε στο βασίλειο της Περγάμου και έγινε μια από τις πιο αξιόλογες ρωμαϊκές επαρχίες της Ασίας. Το 88 π.Χ. την κατάλαβε ο Μιθριδάτης, μετά όμως από την ήττα του από τις ρωμαϊκές λεγεώνες, εγκαταστάθηκε εκεί το διοικητήριο του Σύλλα.
Η Έφεσος ήταν πόλη αφιερωμένη στην Άρτεμη. Η πόλη είχε στην αρχή ένα μικρό ναό, που αργότερα καταστράφηκε, για να κτιστεί το μεγαλόπρεπο Αρτεμίσιο, που η κατασκευή του κράτησε 120 χρόνια. Ο ναός αυτός, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, ήταν το μεγαλύτερο οικοδόμημα της Ιωνίας. Το ιερό της Άρτεμης υπηρετούσαν ιερείς και ιέρειες παρθένοι, που ονομάζονταν Μεγάβυζοι. Ο ναός καταστράφηκε το 356 π.Χ., ξαναχτίστηκε και τελικά τα μάρμαρά του έγιναν οικοδομικά υλικά για διάφορα βυζαντινά μνημεία στην Κωνσταντινούπολη.
Η αρχαία Έφεσος (ο σημερινός αρχαιολογικός χώρος) κατά την αρχαιότητα ήταν πολύ πλησίον της θάλασσας, λεγόμενη μάλιστα και "θαλασσοθέα", πλην όμως οι συνεχείς προσχώσεις του ποταμού Καΰστρου ανάγκαζε τους κατοίκους κατά μακρά διαστήματα να μετακινούν τους οικισμούς του δυτικότερα. Παρά ταύτα η αρχαία πόλη οικοδομήθηκε στις χαμηλές πλαγιές των λόφων Κορησός και Πρίων οπού στη συνέχεια αυτών εκτεινόταν η εύφορη πεδιάδα της Εφέσου το λεγόμενο Εφέσιο πεδίο. Ο ναός της Εφεσίας Αρτέμιδος βρισκόταν ακριβώς στη πεδιάδα αυτή απέχοντας 1 μίλι (δέκα στάδια) από την πόλη. Η δε γονιμότητα της πεδιάδας της Εφέσου καθώς και η θέση της πόλης της Θαλασσοθέας σε κομβικό σημείο της φυσικής οδού επικοινωνίας της θάλασσας του Αιγαίου με την Μικρασιατική ενδοχώρα συνέβαλαν κατά μέγιστο λόγο στην ακμή της πόλης.
Η Έφεσος οφείλει την ακμή της στο ότι βρισκόταν πάντα σε στενή σχέση με τις χώρες της Ανατολής. Γύρω στον 8ο π.Χ. αιώνα, η Έφεσος έγινε το οικονομικό κέντρο της Μικράς Ασίας. Υπήρχε εκεί η πλούσια οικογένεια του Μέλανος, που οι απόγονοί της παντρεύονταν πριγκίπισσες από τη Λυδία. Η Έφεσος βρισκόταν πάντα σε καλές σχέσεις με τις Σάρδεις γιατί από εκεί εξαρτιόταν το διακομιστικό εμπόριο που της άφηνε τόσα πλούτη. Κατά τον 6ο αιώνα πέρασε κάτω από την κυριαρχία του Κροίσου, διατηρώντας όμως την αυτονομία της. Πέρασε, στη συνέχεια, διαδοχικά από την κυριαρχία του Κύρου και των επόμενων Περσών βασιλιάδων κι έτσι αποτέλεσε τμήμα του περσικού κράτους. Απελευθερώθηκε το 334 π.Χ. από τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οπότε άλλαξε το όνομά της και ονομάστηκε Αρσινόεια, από το όνομα της γυναίκας του Λυσίμαχου. Την εποχή αυτή ξαναβρήκε την παλιά εμπορική της δραστηριότητα. Αργότερα συμπεριλήφθηκε στο βασίλειο της Περγάμου και έγινε μια από τις πιο αξιόλογες ρωμαϊκές επαρχίες της Ασίας. Το 88 π.Χ. την κατάλαβε ο Μιθριδάτης, μετά όμως από την ήττα του από τις ρωμαϊκές λεγεώνες, εγκαταστάθηκε εκεί το διοικητήριο του Σύλλα.
Η Έφεσος ήταν πόλη αφιερωμένη στην Άρτεμη. Η πόλη είχε στην αρχή ένα μικρό ναό, που αργότερα καταστράφηκε, για να κτιστεί το μεγαλόπρεπο Αρτεμίσιο, που η κατασκευή του κράτησε 120 χρόνια. Ο ναός αυτός, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, ήταν το μεγαλύτερο οικοδόμημα της Ιωνίας. Το ιερό της Άρτεμης υπηρετούσαν ιερείς και ιέρειες παρθένοι, που ονομάζονταν Μεγάβυζοι. Ο ναός καταστράφηκε το 356 π.Χ., ξαναχτίστηκε και τελικά τα μάρμαρά του έγιναν οικοδομικά υλικά για διάφορα βυζαντινά μνημεία στην Κωνσταντινούπολη.
22. Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ (Στην περιοχή της σημερινής Τουρκίας)
Ο Βυζαντινός Ναός της Ύπατης Σοφίας του Ένσαρκου Λόγου του Θεού, περισσότερο γνωστή ως Αγία Σοφία ή Αγιά-Σοφιά, (τουρκικά Ayasofya, λατινικά Sancta Sophia ή Sancta Sapientia), γνωστός και ως Ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας ή απλά Η Μεγάλη Εκκλησία[1], ήταν από το 360 μέχρι το 1453 ορθόδοξος καθεδρικός ναός της Κωνσταντινούπολης, με εξαίρεση την περίοδο 1204 - 1261 κατά την οποία ήταν ρωμαιοκαθολικός ναός, ενώ μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης μετατράπηκε σε τέμενος, μέχρι το 1934 και αποτελεί σήμερα μουσειακό χώρο (τουρκικά Ayasofya Müzesi). Προηγουμένως είχε υπάρξει εκκλησία του Βυζαντινού κράτους η οποία είχε κτιστεί επί Κωνσταντίνου Α' και Κωνσταντίνου Β' (324-360 μ.Χ,) και η οποία καταστράφηκε κατά τη Στάση του Νίκα (532 μ.Χ.).
Ανήκει στις κορυφαίες δημιουργίες της βυζαντινής ναοδομίας, πρωτοποριακού σχεδιασμού, και υπήρξε σύμβολο της πόλης, τόσο κατά τη βυζαντινή όσο και κατά την οθωμανική περίοδο. Το παρόν κτίσμα ανεγέρθηκε τον 6ο αιώνα, επί βασιλείας του Ιουστινιανού Α΄, από τους μηχανικούς Ανθέμιο από τις Τράλλεις (σημ. Αϊδίνιο) και Ισίδωρο από τη Μίλητο. Στο ίδιο σημείο, επί του πρώτου λόφου της Κωνσταντινούπολης και σε κοντινή απόσταση από το Μέγα Παλάτιον και τον Ιππόδρομο της πόλης, είχαν χτιστεί παλαιότερα δύο ακόμα ναοί που καταστράφηκαν από πυρκαγιά.
Το οικοδόμημα ακολουθεί τον αρχιτεκτονικό ρυθμό της τρουλαίας βασιλικής και συνδυάζει στοιχεία της πρώιμης βυζαντινής ναοδομίας, σε πολύ μεγάλη κλίμακα. Αρχιτεκτονικές επιρροές της Αγίας Σοφίας εντοπίζονται σε αρκετούς μεταγενέστερους ορθόδοξους ναούς αλλά και σε οθωμανικά τζαμιά, όπως στο τέμενος του Σουλεϊμάν και στο Σουλταναχμέτ τζαμί. Εκτός από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό της, η Αγία Σοφία ξεχωρίζει επίσης για τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμό της, που ωστόσο υπέστη σοβαρές καταστροφές κυρίως από τις βαρβαρότητες των Τούρκων κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας.
Ενημερωθείτε για ότι συμβαίνει με ένα στη σελίδα μας.
Το Διυλιστήριο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει σχετικά με τα άρθρα που δημοσιεύονται τα οποία απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους.
Αφήστε το μήνυμά σας
Δημοσίευση σχολίου