Η σύμβαση των Leopard, οι διεθνείς επαφές του πρώην πρωθυπουργού και οι απουσίες Γιώργου από το ΚΥΣΕΑ
Από τον
Aλέξανδρο Τάρκα B αθύ διπλωματικό παρασκήνιο, με πρωτεύουσα εμπλοκή του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Σημίτη και δευτερεύουσα του τότε υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Παπανδρέου, συνόδευσε τη σύμβαση προμήθειας των γερμανικών αρμάτων μάχης Leopard-2 HEL, που υπεγράφη τον Μάρτιο του 2003.
Το συμβόλαιο, το οποίο ήταν από τα μεγαλύτερα του εξοπλιστικού προγράμματος 1997-2004, ξεπέρασε τα 1,7 δισ. ευρώ και προκαλεί τώρα τη συγκρότηση προανακριτικής επιτροπής με κύριο στόχο την αποκάλυψη πράξεων, παραλείψεων και τυχόν έκνομων ενεργειών του τότε υπουργού Εθνικής Αμυνας Γιάννου Παπαντωνίου.
Οι επαφές των κυρίων Σημίτη και Παπανδρέου, αν και δεν ήταν ασυνήθιστες ή αθέμιτες στο πλαίσιο της εξασφάλισης διπλωματικών ανταλλαγμάτων από μια κυβέρνηση που προσέφερε συμβόλαια πολλών δισ. στις αμυντικές βιομηχανίες μεγάλων χωρών, τους καθιστούν, εκ των πραγμάτων, ουσιώδεις μάρτυρες της υπόθεσης.
Τα στοιχεία, που αποκαλύπτει σήμερα η «δημοκρατία» και τα οποία θα πρέπει οι ίδιοι να φωτίσουν περισσότερο, είναι ακόμα άγνωστο αν θα επιβαρύνουν ή θα ελαφρύνουν τη θέση του κ. Παπαντωνίου.
Σημειώνεται πάντως ότι ο κ. Σημίτης είχε αρνηθεί επίμονα (με εξαίρεση το Εφετείο) να καταθέσει ως μάρτυρας στις πολλές δίκες του άλλου υπουργού Εθνικής Αμυνας των κυβερνήσεών του Ακη Τσοχατζόπουλου. Ο πρώην πρωθυπουργός υποστήριξε ότι ο χρηματισμός Τσοχατζόπουλου δεν μπορούσε να συσχετιστεί με τις νόμιμες αποφάσεις του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εξωτερικών και Αμυνας (ΚΥΣΕΑ) και με τις θεμελιωμένες εισηγήσεις των γενικών επιτελείων.
Ωστόσο, η ειδοποιός διαφορά στην υπόθεση των αρμάτων μάχης είναι ότι η διαδικασία ήταν εξαιρετικά μακρά (από το 1998 έως το 2003) και υπήρξαν επανειλημμένες επαφές με ξένες κυβερνήσεις, με τη συμμετοχή του ίδιου του τότε πρωθυπουργού. Πέραν δε των τεχνικών στοιχείων και των περίπου ισοδύναμων προτάσεων των τεσσάρων υποψήφιων αρμάτων μάχης (Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, ΗΠΑ), είναι σαφές ότι υπήρξαν και πολιτικά ή άλλα κριτήρια για τη λήψη της τελικής απόφασης. Επίσης, σε αντίθεση με άλλα προγράμματα (π.χ. υποβρύχια), η προμήθεια των Leopard-2 ΗEL υλοποιήθηκε κανονικά σε γενικές γραμμές (με εξαίρεση την πρωτοφανή καθυστέρηση προμήθειας πυρομαχικών), οπότε είναι φυσικό τα ερωτήματα να αφορούν κυρίως την αρχική περίοδο των κυβερνητικών αποφάσεων για την υπογραφή της σύμβασης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο τότε υπουργός Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου, είτε επειδή υποπτευόταν ύποπτες συναλλαγές από την εποχή Τσοχατζόπουλου είτε επειδή ήθελε να παρουσιάζει την πολιτική εικόνα τήρησης αποστάσεων από τα θέματα των εξοπλισμών, απουσίαζε από τις περισσότερες συνεδριάσεις του ΚΥΣΕΑ, που αποφάσιζαν επί των αμυντικών προγραμμάτων.
Το χρονικό και οι αποκαλύψεις
1 Στις αρχές της άνοιξης του 1998 κατατίθενται οι υποψηφιότητες των Abrams M1-A2 (General Dynamics, ΗΠΑ), Leopard 2 (Krauss-Maffei, Γερμανία), Challenger-2E (Vickers, Βρετανία), Leclerc (Giat, Γαλλία) και άλλων τεσσάρων εταιριών από τη Ρωσία, την Ουκρανία, το Ισραήλ και την Ιταλία, οι οποίες θα αποσυρθούν σχετικά γρήγορα από τη διαδικασία. Τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς, η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα εντοπίζει, για πρώτη φορά, οιωνούς επικράτησης του Leopard, σε συνέχεια του αιφνιδιασμού της, λίγους μήνες νωρίτερα, από την απόφαση της κυβέρνησης Σημίτη να επιλέξει τη γερμανική DASA και όχι την αμερικανική Boeing για τον εκσυγχρονισμό των (αμερικανικής κατασκευής) Φάντομ F-4 της Πολεμικής Αεροπορίας.
2 Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1998 διεξάγονται επιδείξεις και εξαντλητικές δοκιμές των υποψήφιων αρμάτων στο πεδίο βολής Λιτοχώρου Πιερίας. Πολύ αργότερα, τo 2006, ο πρώην πολιτικός σύμβουλος της αμερικανικής πρεσβείας της Αθήνας Μπράντι Κίσλινγκ (που είχε παραιτηθεί από την υπηρεσία του, το 2003, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την εισβολή στο Ιράκ) θα δώσει την εικόνα, στο βιβλίο του «Μαθήματα Διπλωματίας», ότι στο Λιτόχωρο διεξαγόταν μάχη με χτυπήματα κάτω από τη ζώνη, όπως, π.χ., με ηλεκτρονικές παρεμβολές από μυστικές υπηρεσίες μιας χώρας κατά των αρμάτων άλλης χώρας, ενώ θα τονίσει και την ύπαρξη πολιτικών υπολογισμών υπέρ της επιλογής των Leopard. Ο κ. Κίσλινγκ (που ήταν γνωστός από την προηγούμενη θητεία του στην Αθήνα, το 1990-91, όταν είχε συντάξει την απαράδεκτη έκθεση περί δήθεν «μακεδονικής» μειονότητας στην Ελλάδα) δεν υπηρετούσε μεν στην Ελλάδα το 1998, αλλά είχε πρόσβαση στα σχετικά στοιχεία από το 2001, όταν επέστρεψε στην ελληνική πρωτεύουσα και ήταν συνεργάτης, διαδοχικά, των πρέσβεων Νικ Μπερνς και Τομ Μίλερ.
3 Στις αρχές Δεκεμβρίου 1999 (και αφού, στον έναν χρόνο που έχει μεσολαβήσει από τις δοκιμές, το ελληνικό υπουργείο Εθνικής Αμυνας είναι σε επαφή με τις τέσσερις ξένες εταιρίες), ο Βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ στέλνει επιστολή στον Ελληνα ομόλογό του Κωνσταντίνο Σημίτη. Ελάχιστες ημέρες πριν από την κρίσιμη για την Ελλάδα, την Κύπρο και την Τουρκία Σύνοδο της Ε.Ε. στο Ελσίνκι, ο κ. Μπλερ υπενθυμίζει στον κ. Σημίτη «τις επανειλημμένες συζητήσεις μας» για τα εξοπλιστικά προγράμματα και υπογραμμίζει την υποψηφιότητα του Challenger 2E μαζί με μια ενδιάμεση λύση προσωρινής χρήσης Challenger 1. Παραμένει άγνωστο πότε έγιναν και ποια μορφή είχαν οι «επανειλημμένες συζητήσεις» και τι απαντήσεις έδινε ο κ. Σημίτης για το ενδεχόμενο επικράτησης της ανταγωνιστικής πρότασης της Γερμανίας.
4 Τον Αύγουστο του 2000, ως αποτέλεσμα απόρρητων συνεννοήσεων του κ. Σημίτη με τον Γάλλο ομόλογό του Λ. Ζοσπέν, υπογράφεται σύμβαση προμήθειας πυραύλων Scalp, οι οποίοι έχουν μεγάλο βεληνεκές (560 χλμ.), προσφέροντας στην ελληνική Πολεμική Αεροπορία μεγάλο πλεονέκτημα στο Αιγαίο. Είχε προηγηθεί, από τον Νοέμβριο του 1999, ισχυρό «lobbying» της σοσιαλιστικής κυβέρνησης Ζοσπέν προς την ελληνική με προτάσεις, εκτός των Scalp, για μαχητικά Mirage 2000-5, υποβρύχια Scorpene και για τα άρματα Leclerc. Η εντύπωση που είχε δημιουργηθεί (βάσιμα ή μη) στη γαλλική πλευρά ήταν ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός, μετά το απροσδόκητο «δώρο» των Scalp (καθώς οι ΗΠΑ δεν επέτρεπαν την πώληση δικών τους πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς), δεν θα δεχόταν μεν τα υποβρύχια, αλλά θα συμφωνούσε στην αγορά Mirage (όπως και έγινε) και αρμάτων μάχης Leclerc. Αυτό δεν συνέβη, ενώ την ίδια περίοδο ο Ελληνας πρωθυπουργός είχε επανειλημμένες επαφές με τον Γερμανό καγκελάριο Γκ. Σρέντερ.
5 Στα τέλη Ιανουαρίου του 2001, ο ανώτατος διοικητής δυνάμεων Ευρώπης του ΝΑΤΟ (SACEUR), Αμερικανός πτέραρχος Τζόζεφ Ράλστον, επισκέπτεται την Αθήνα και, μεταξύ άλλων, συναντάται και με τον κ. Παπανδρέου. Μετά την εξέταση θεμάτων της Συμμαχίας (Κόσοβο) και της ισορροπίας αεροπορικών δυνάμεων στο Αιγαίο, και αφού υπογραμμίσει ότι θέλει να μιλήσει ως Αμερικανός στρατιωτικός και όχι ως νατοϊκός αξιωματούχος, ο πτέραρχος Ράλστον προβάλλει εν εκτάσει τα τεχνολογικά και τα οικονομικά πλεονεκτήματα των Abrams M1-A2. Οπως και στην περίπτωση Σημίτη - Μπλερ, είναι άγνωστο τι απάντησε ή έπραξε ο κ. Παπανδρέου, αλλά είναι γνωστό ότι, την ίδια εποχή, ο υπουργός Εξωτερικών είχε αναμειχθεί στα εξοπλιστικά προγράμματα: Τον Φεβρουάριο του 2001 είχε στηρίξει την απόφαση του κ. Σημίτη, υπό το φως και της (τότε) εντυπωσιακής βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, να αναβληθεί επ’ αόριστον η οικονομική διαπραγμάτευση μεταξύ της κυβέρνησης και της ευρωπαϊκής κοινοπραξίας των μαχητικών Eurofighter, για τα οποία υπήρχε καταρχάς απόφαση του ΚΥΣΕΑ.
6 Τον Φεβρουάριο του 2002, οι κ. Σημίτης και Παπαντωνίου (που είχε αναλάβει καθήκοντα υπουργού Εθνικής Αμυνας από τον Οκτώβριο του 2001) κρίνουν απαραίτητη την αναβολή λήψης αποφάσεων για τα άρματα μάχης και για τα υπόλοιπα λεγόμενα «ώριμα προς υπογραφή» εξοπλιστικά προγράμματα, καθώς η οικονομία (εν όψει του τεράστιου κόστους των Ολυμπιακών Αγώνων) δεν άντεχε την προϋπολογισμένη συνολική δαπάνη των 2,93 δισ. ευρώ. Αλλωστε, λίγους μήνες νωρίτερα είχε προηγηθεί το σχεδόν ισόποσο (2,8 δισ.) swap της κυβέρνησης Σημίτη με την Goldman Sachs για το ελληνικό χρέος.
1. Οι συζητήσεις των κυρίων Σημίτη και Παπανδρέου με ξένους επισήμους για τα εξοπλιστικά, αν και δεν ήταν ασυνήθιστες ή αθέμιτες, τους καθιστούν, εκ των πραγμάτων, ουσιώδεις μάρτυρες της υπόθεσης. 2, 3, 4. O παραιτηθείς πολιτικός σύμβουλος της aμερικανικής pρεσβείας της Αθήνας Μπράντι Κίσλινγκ έχει κάνει συγκεκριμένες αναφορές στον «πόλεμο» για τα Leopard, ενώ οι πρέσβεις της περιόδου 1997-2004, Νικ Μπερνς και Τομ Μίλερ, παρακολουθούσαν στενά τον ελληνικό διαγωνισμό αρμάτων μάχης
7 Toν Νοέμβριο του 2002, ο κ. Σημίτης έχει συνάντηση στο Βερολίνο με τον κ. Σρέντερ για την εξέταση κυρίως θεμάτων της επικείμενης προεδρίας της Ελλάδας στην Ε.Ε., αλλά και ζητημάτων διμερούς οικονομικής και αμυντικής συνεργασίας. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές που είχαν άμεση γνώση των συζητήσεων, ο πρωθυπουργός αναφέρει ότι, λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων, είναι αδύνατη η δέσμευσή του για το Eurofighter (που θα απαιτούσε δαπάνη άνω των 3,5 δισ. ευρώ), αλλά σύντομα θα εξεταζόταν η δυνατότητα εκταμιεύσεων για άλλα εκκρεμή προγράμματα γερμανικού ενδιαφέροντος. Η μεγαλύτερη εκκρεμότητα αφορούσε ασφαλώς τα Leopard, καθώς το εξίσου σοβαρό θέμα των υποβρυχίων εξελισσόταν χωρίς εκπλήξεις.
8 Τον Μάρτιο του 2003, ο πρωθυπουργός μεταβάλλει όντως την πολιτική συγκράτησης δαπανών, αποφασίζοντας την προμήθεια των Leopard-2 HEL αντί 1,7 δισ. ευρώ, καθώς και την υπογραφή του συμβολαίου ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων με τη SAIC (άνω των 650.000.000 ευρώ τον Ιούνιο 2003) και των επιθετικών ελικοπτέρων Apache (593.000.000 δολάρια τον Αύγουστο του 2003). Ενδεικτικό της άμεσης παρακολούθησης του προγράμματος των αρμάτων μάχης από τον κ. Σημίτη είναι ότι, λίγες μέρες μετά την απόφαση για τα Leopard, στέλνει επιστολή στον πρωθυπουργό Ζαν-Πιερ Ραφαρέν (διάδοχος του κ. Ζοσπέν), στην οποία εξηγεί το ελληνικό σκεπτικό και διαβεβαιώνει ότι θα προτιμηθούν γαλλικά συστήματα, με την πρώτη ευκαιρία, σε άλλο πεδίο.
* Εκδότης του περιοδικού Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη
«Υπόθεση Παπαντωνίου»: Εκατοντάδες λογαριασμοί στα χέρια του εισαγγελέα!
Εναν ογκώδη φάκελο με εκατοντάδες λογαριασμούς, απ' τις κινήσεις των οποίων εκτιμάται ότι θα προκύψουν -εφόσον υπάρχουν- τα ίχνη του μαύρου χρήματος που διακινήθηκε στη μεγαλύτερη σύμβαση εξοπλιστικού προγράμματος η οποία υπογράφηκε ποτέ στην Ελλάδα, έχει στα χέρια του ο εισαγγελέας Διαφθοράς Αντώνης Ελευθεριάνος. Τα άρματα μάχης Leopard ήταν μια σύμβαση-μαμούθ, ύψους 1,7 δισ. ευρώ, η οποία φέρει την υπογραφή του Γιάννου Παπαντωνίου και είναι η μοναδική που πιθανολογείται ότι μπορεί να οδηγήσει στην αποκάλυψη ροής «μαύρου» χρήματος, γι' αυτό και εν προκειμένω τα διερευνώμενα αδικήματα είναι αυτά της δωροδοκίας και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.
Οι άλλες έξι δικογραφίες που έχουν ήδη σταλεί στη Βουλή από τους εισαγγελείς, ζητώντας να διερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες του πρώην υπουργού, αφορούν το αδίκημα της απιστίας, το οποίο, ως γνωστόν, λόγω της σύντομης προθεσμίας που προβλέπει ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, έχει ήδη παραγραφεί. Το ξέπλυμα, όμως, είναι ένα διαρκές αδίκημα, που δεν εμπίπτει στον συγκεκριμένο νόμο.
Η προκαταρκτική επιτροπή ως ανακριτική Αρχή έχει δικαίωμα να ζητήσει άνοιγμα λογαριασμών είτε του ίδιου του Γ. Παπαντωνίου είτε άλλων προσώπων που εκτιμά ότι εμπλέκονται στην υπόθεση. Και με αυτόν τον τρόπο ενδεχομένως να προκύψουν στοιχεία για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα).
Η πολιτική βούληση είναι, άλλωστε, ξεκάθαρη και αποτυπώθηκε σε όσα είπε ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος μιλώντας στην «κυριακάτικη δημοκρατία» για το θέμα της παραγραφής (αναλυτικά για τις θέσεις του κ. Παπαγγελόπουλου, αλλά και τη συμφωνία τους με τις εκπεφρασμένες θέσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου διαβάστε στη σελ. 7).
Οι απαντήσεις από το εξωτερικό
Οι λογαριασμοί που παρέλαβαν οι Αρχές αφορούν τις απαντήσεις σχεδόν του συνόλου των αιτημάτων δικαστικής συνδρομής που είχαν υποβληθεί σε χώρες του εξωτερικού από την προϊσταμένη της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένη Ράικου, πριν από πέντε χρόνια. Τώρα, ο κ. Ελευθεριάνος, με τη βοήθεια ειδικού πραγματογνώμονα, επεξεργάζεται τις απαντήσεις από τα δεκάδες αιτήματα δικαστικής συνδρομής, καθώς εκτιμάται ότι υπάρχουν ενδείξεις ροής μαύρου χρήματος.
Ηδη, μάλιστα, 13 χρόνια μετά την έναρξη της πρώτης έρευνας για την υπόθεση, έχουν καταγραφεί συγκεκριμένα πρόσωπα αλλά και εξωχώριες εταιρίες μέσω των οποίων -καταγγέλλεται ότι- διακινήθηκαν τα επίμαχα ποσά. Δεύτερη σοβαρή ένδειξη είναι ότι για ένα υποκατασκευαστικό έργο της κύριας σύμβασης έχει βρεθεί -σύμφωνα με τα κατηγορητήρια κατά στελεχών της εταιρίας ATLAS- μίζα 5.000.000 ευρώ, ενώ για το βασικό έργο των 1,7 δισ. ευρώ θεωρείται βέβαιο ότι η μίζα ήταν ιλιγγιωδώς μεγαλύτερη.
Π. Στάθης
Πηγή www.dimokratianews.gr
https://diulistirio.blogspot.gr
Ενημερωθείτε για ότι συμβαίνει με ένα στη σελίδα μας.
Το Διυλιστήριο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει σχετικά με τα άρθρα που δημοσιεύονται τα οποία απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους.
Αφήστε το μήνυμά σας
Δημοσίευση σχολίου